Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

Εν λευκώ


Τον βλέπω που στέκεται άτολμος, στη μέση ακριβώς του κάδρου.


Είναι χιονισμένα, παντού. Χιονισμένα και λεία, όλος ο κόσμος γύρω του κάτασπρος, δίχως το παραμικρό σημάδι.


Ένας κάμπος δίχως δέντρα ή μια λίμνη δίχως όχθες.


Μια παγωμένη θάλασσα από γάλα και λευκό ορίζοντα. Χωρίς ορίζοντα.


Δε θα καταφέρει να προσανατολιστεί. Δεν υπάρχει κανείς εκεί έξω για να τον βοηθήσει.


Ακόμη κι οι χιονάνθρωποι έχουν κρυφτεί βαθιά μέσα στο χιόνι. Τον κοιτάζουν με τις παγωμένες καροτομύτες τους και κρυφογελάνε.


Μάταια ψάχνει για κάποιο χνάρι. Μάταια αναζητά μια πατημασιά στο απάτητο χιόνι.


Ψάχνει με τα μάτια του, δεν τολμά να κουνηθεί.


Μα πως θα μπορούσε να κουνηθεί, δίχως να ξέρει που να πάει;


Μα πως θα μπορούσε να ξέρει που πάει, δίχως να κουνηθεί;


Χιονίζει και ένας απέραντος φόβος τον κυριεύει.


Πρώτα μοναξιά κι ύστερα φόβος.


Ο φόβος της λευκής σελίδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: